- γαζέλα ή γκαζέλα
- Γένος αρτιοδακτύλων μηρυκαστικών της υποοικογένειας των αντιλοπινών, η οποία ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των βοοειδών, γνωστά και ως δορκάδες ή ζαρκάδια. Ζώα χαμηλού αναστήματος, έχουν κομψό και ευκίνητο σώμα και κοντό, λείο και ομοιόμορφο τρίχωμα. Έχουν κοντό ρύγχος, μεγάλα ζωηρά μάτια, μακριά αφτιά και κέρατα δακτυλιοειδή στα αρσενικά και σχεδόν τελείως λεία στα θηλυκά. Οι γ. ζουν σε αγέλες στη βόρεια και ανατολική Αφρική και στην κεντρική και νότια Ασία μέχρι την Ινδία, σε ζώνες με πενιχρή βλάστηση, τρώγοντας φυτά, από τα οποία παίρνουν και το νερό, όταν δεν υπάρχει στο περιβάλλον τους, κατά την περίοδο της ξηρασίας.
Μεταξύ των πολλών ειδών αναφέρονται η γ. των ερήμων ή δορκάς που ζει στη βόρεια Αφρική, μήκους 1,30 μ., με τρίχωμα κίτρινο-κοκκινωπό στο πάνω μέρος του σώματος και λευκό στο κάτω, η γ. η λευκή, τυπικό είδος των ερημικών περιοχών της βόρειας Αφρικής, με χρώμα κιτρινωπό, η γ. του Γκραντ στην ανατολική Αφρική, με χρώμα κίτρινο-ερυθρωπό στη ράχη και λευκό στην κοιλιά, η γ. η Ισαβέλλα, που μοιάζει πολύ με την κοινή της ερήμου της ανατολικής Αφρικής, η γ. του Σέμερινγκ, που ζει στην ίδια περιοχή εξάπλωσης με τις προηγούμενες και έχει ύψος στο ακρώμιο περίπου 80 εκ., η γ. του Μπένετγ. η ινδική, που απαντάται συχνά στην Αραβία και την Ινδία, και η γ. η περσική, διαδεδομένη στο Ιράν και στο Τουρκμενιστάν.
Η γαζέλα του Σέμερινγκ ζει στην ανατολική Αφρική, από την Ερυθραία μέχρι τη Σομαλία, και έχει μεγαλύτερο ανάστημα από τα άλλα είδη (περίπου 80 εκ. στο ακρώμιο).
Το είδος γαζέλα η Ισαβέλλα ζει στα δάση και τις θαμνώδεις περιοχές του Σουδάν και διαφόρων περιοχών της Αιθιοπίας· έχει την ίδια σωματική διάπλαση με τη γαζέλα της ερήμου.
Dictionary of Greek. 2013.